Ela na paiksoume

Koumpouriana

18 - 04 - 2024
Καταφύλλι
Σύλλογοι
Είσοδος μελών
Συνδεδεμένοι χρήστες

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 487 guests και κανένα μέλος

Παραπομπές
Ενημέρωση - ψυχαγωγία

Ela na paiksoume

ε. Προδοσίες και «Εφιάλτες» στα χρόνια του Αγώνα

Γράφει ο Β. Λ. Τσιουραντάνης

Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ και αγαπημένε.
 Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε.
(Διονύσιος Σολωμός)

Τίποτα δεν εφοβήθηκα - ούτε εις τας αρχάς ούτε εις τον
καιρό του Δράμαλη, όπου ήρθε με 30 χιλιάδες στράτευμα
εκλεκτό, ούτε ποτέ, μόνον εις το προσκύνημα εφοβήθηκα
. (Θ. Κολοκοτρώνης)

image001 Στη διαχρονική του πορεία ο ελληνισμός έχει ένδοξες στιγμές και πάμπολλες ηρωικές μορφές αλλά έχει και Mηδίσαντες και Εφιάλτες στην αρχαιότητα, Νενέκους, Πηλιογούσηδες και προσκυνημένους το 21, δωσίλογους και Τσάμηδες στην εποχή της
Αντίστασης. Τα χρήματα, τα αξιώματα, οι πολιτικές φιλοδοξίες, ο ραγιαδισμός, τα μίση, οι διχόνοιες και οι αντιπαλότητες είναι μερικά από τα κίνητρα των προδοτών που δυστυχώς δε λείπουν ανά τους αιώνες. Οι εκ των έσω προδότες, ήταν πάντα το πρόβλημα του Ελληνισμού αφού υπονόμευσαν πολλές φορές τις εθνικές προσπάθειες. Απέναντι στο «μολών λαβέ» του Λεωνίδα στον Ξέρξη, το «Δεν είναι δική μου η Πόλη για να σου την παραδώσω» του Ι.Παλαιολόγου στον Μωάμεθ, το «Όχι» των Ελλήνων στους Ιταλούς, βρέθηκαν δυστυχώς ανάμεσά μας και βρίσκονται πάντα λιγοστοί πρόθυμοι να ανοίξουν μικρές και μεγάλες «Κερκόπορτες» στον εχθρό και να δείξουν τα μυστικά περάσματα. Εξίσου καταστροφική ήταν και η συμπεριφορά πολλών πολιτικών ανά τους αιώνες. Του Αλκιβιάδη που πρόδωσε την πόλη του, αυτών που έλεγαν εκεί στα τέλη του Βυζαντίου «καλύτερα σαρίκι τούρκικο, παρά τιάρα παπική», του Κωλέττη και του Μαυροκορδάτου το 21, αυτών που οδήγησαν με τις επιλογές τους στη Μικρασιατική καταστροφή και εκτελέστηκαν το 1922, του Τσολάκογλου στη γερμανική κατοχή.

 Αλλά και το 1821 πολλές ηγετικές μορφές του Αγώνα, προδόθηκαν στους Τούρκους ή συκοφαντήθηκαν, βασανίστηκαν, καταδικάστηκαν σαν «προδότες» ακόμα και δολοφονήθηκαν από συμπατριώτες και συμπολεμιστές τους, μόνο και μόνο επειδή η δημοφιλία τους φόβιζε και εμπόδιζε τις βλέψεις τους ή «απειλούσε» την εξουσία κάποιων. Μεταξύ αυτών ο Ρήγας Φεραίος, ο Κατσαντώνης, ο Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, ο Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς, η Μαντώ Μαυρογένους, η Μπουμπούλινα, ο Καποδίστριας.

   

Α. Οι αδικημένοι και προδομένοι ήρωες του Αγώνα.

Η σύλληψη, η φυλάκιση, η θανάτωση του Ρ.Φεραίου

image002 Το Δεκέμβριο του 1797 ο Ρήγας αποφάσισε να κατέβει από την Αυστρία στην Ελλάδα για το συντονισμό του Αγώνα πιστεύοντας πως είχε ωριμάσει ο χρόνος για τον ξεσηκωμό του γένους. Στέλνει τότε 14 περίπου κιβώτια με επαναστατικό υλικό στην Τεργέστη στον συνεργάτη του,τον έμπορο Αντ. Κορωνιό με σκοπό να σταλούν στην Πρέβεζα. Μαζί με τα κιβώτια είχε στείλει και μια επιστολή για τον Αντώνη Κορωνιό, που ήταν μυημένος στα σχέδιά του, με πρόσθετες πληροφορίες. Επειδή όμως ο Κορωνιός απουσίαζε λόγω ταξιδιού, το γράμμα του Ρήγα έπεσε στα χέρια του προϊσταμένου του, Δημητρίου Οικονόμου, εμπόρου από την Κοζάνη. Ο Οικονόμου διάβασε το γράμμα, άνοιξε τα κιβώτια και όταν είδε το υλικό που περιείχαν πήγε στην αστυνομία.Έτσι, όταν ο Ρήγας ανύποπτος έφτασε στην Τεργέστη, συνελήφθη. Ανακρίθηκε και στη συνέχεια με σίδερα στα χέρια και στα πόδια στάλθηκε στη Βιέννη.Ο Ρήγας και επτά ακόμα σύντροφοί του παρέμειναν φυλακισμένοι στη Βιέννη ως τον Μάιο του 1798. Όταν ολοκληρώθηκαν οι ανακρίσεις όσοι ήταν Οθωμανοί υπήκοοι, όπως αυτός, παραδόθηκαν από τους Αυστριακούς στους Τούρκους. Ο Ρήγας (41 χρονών τότε) και οι νεαροί σύντροφοί του ύστερα από σκληρότατα βασανιστήρια που κράτησαν για ημέρες στραγγαλίστηκαν από τους Οθωμανούς και οι σοροί τους πετάχθηκαν στον Δούναβη.

 Στις 10 Ιανουαρίου 1798, λίγες ημέρες δηλαδή μετά την καταγγελία του στην αυστριακή αστυνομία και τη σύλληψη του Ρήγα, ο Οικονόμου συνεχίζει το προδοτικό του έργο, στέλνοντας επιστολή προς τον Αυστριακό Διοικητή της Τεργέστης:

   «Εξοχώτατε κ. κόμι,

 Το καθήκον του πολίτου και η πίστις προς τον ηγιασμένον θρόνον της Α. Μεγαλειότητος, κατόπιν η αγάπη προς τους ανθρώπους και προς τον πλησίον με παρεκίνησαν ενδομύχως και κατήγγειλα εις Υμάς το άφρον εγχείρημα του Ρήγα Βελεστινλή, όπερ θα ηδύνατο να στοιχίση την ζωήν χιλιάδων αθώων.

 (…) Παρακαλώ την Υμετέραν Εξοχότητα, όπως με δώσητε την εντολήν εις τον εν Κωνσταντινουπόλει Έξαρχον της Α. Μεγαλειότητος να ενημερώση την Πύλη πώς έχει η υπόθεσις και να της υπενθυμίση ότι ο υποφαινόμενος Δημήτριος Οικονόμου (…) είναι εκείνος που απεκάλυψεν την υπόθεσιν» Ο Δ.Οικονόμου πέρασε στην Ιστορία ως ένας ακόμη Εφιάλτης. Έτσι ο εθνεγέρτης και πρόδρομος του Νεοελλ. διαφωτισμού δεν πρόλαβε να δει το όραμά του να γίνεται πραγματικότητα.

   

Κατσαντώνης,το μαρτυρικό τέλος στην αυλή του Αλή Πασά

image003 Το καλοκαίρι του 1808 λέγεται ότι ο Κατσαντώνης αρρώστησε και πήγε στη Λευκάδα για να θεραπευθεί. Όταν βελτιώθηκε η κατάστασή του, επέστρεψε ξανά στα Αγραφιώτικα βουνά. Η βελτίωση της υγείας του όμως δεν κράτησε πολύ. Κατέφυγε τότε με τον αδελφό του Γιώργο Χασιώτη και πέντε από τα παλικάρια του σε μια σπηλιά που βρίσκεται σε απόκρημνη και απρόσιτη περιοχή πάνω από το χωριό Μοναστηράκι Αγράφων. Ελάχιστοι τη γνώριζαν και πολύ δύσκολα μπορούσε να τη βρει κάποιος. Ο Δ. Λουκόπουλος γράφει «δεν βάνει ο νους του ανθρώπου ότι υπάρχει εκεί πέρα σπηλιά.»

 Για το ποιος πρόδωσε στο ασκέρι του Αλή Πασά τη σπηλιά, όπου είχε αποσυρθεί βαριά άρρωστος από ευλογιά ο Κατσαντώνης, οι ιστορικές πληροφορίες διίστανται. Έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλές εκδοχές συγκεχυμένες και συχνά αντιφατικές, από έλληνες και ξένους μελετητές του βίου του (Φραγκίστας, Κασομούλης, Λουκόπουλος, Σταμέλος, Φωτιάδης, Κωτσοκάλης, Αραβαντινός, Ράμφος, Κρέμος, Ζήσιος, Βαλαωρίτης, Yemeniz, Fauriel, Emerson, κ.λπ.). Κατά τον Επ. Φραγκίστα φέρεται ως προδότης ο τσοπάνος Ιωάννης Γκούρλιας είτε οικειοθελώς είτε επειδή βασανίστηκε φριχτά, κατά δε τον Νικ. Κασομούλη ο Αθανάσιος Γκούρλιας. Ο Κ. Ράμφος γράφει ότι τον πρόδωσε κάποιος ρασοφόρος ονόματι Καρδερίνης, άποψη που ασπάσθηκε ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Ορισμένοι εκ των ερευνητών ισχυρίζονται ότι μία γριά ζητιάνα, που μάζευε βότανα στα βουνά, εντόπισε τους καταδιωγμένους και εν συνεχεία τους πρόδωσε. Οι Τουρκαλβανοί μετά από σύντομη μάχη συνέλαβαν τον Κατσαντώνη μαζί με το Χασιώτη και τους μετέφεραν στα Γιάννενα. Εκεί ο Κατσαντώνης με τον αδερφό του βρήκε μαρτυρικό θάνατο μετά από φρικτά βασανιστήρια, αφήνοντας πίσω του ένα πελώριο κενό.

   

Γεώργιος Καραϊσκάκης: Ο “εχθρός της πατρίδος”

image004 Στην παθιασμένη αντιπαλότητα στρατιωτικών-πολιτικών, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης το σύμβολο της λεβεντιάς και του πατριωτισμού βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Αλ. Μαυροκορδάτο. Ο τελευταίος δεν δίστασε να στήσει εναντίον του ολόκληρο ψευτοδικαστήριο που εξέδωσε εκείνη την επαίσχυντη «Προκήρυξη των εγκλημάτων του Καραϊσκάκη», που τον κατηγορούσε πως «είχε κρυφήν ανταπόκρισιν με τους εχθρούς της πίστεως και της Πατρίδος», τον χαρακτήριζε «επίβουλον και προδότην», τον καθαιρούσε από όλους τους βαθμούς και αξιώματα, και καλούσε τους Έλληνες «να τον στοχασθούν εχθρόν»!

 Είναι, επίσης, γνωστή η άποψη πως στη μοιραία μάχη του Φαλήρου (23.4.1827) τον «γιο της καλόγριας» δεν τον σκότωσε βόλι τούρκικο αλλά ελληνικό, αποτέλεσμα συνωμοσίας Μαυροκορδάτου, Τσορτς και Κόχραν.

   

Ανδρούτσος, ο ήρωας που δολοφόνησε η πατρίδα

image005 Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν ένας ήρωας που αφιερώθηκε με πάθος στον απελευθερωτικό αγώνα αλλά είχε κι αυτός άδοξο τέλος. Ο I. Κωλέττης με διακήρυξή του (13.10.1822) τον χαρακτήριζε «εθνοκατάρατον» με «ολέθρια φρονήματα και εχθρόν της πατρίδος». Δυο χρόνια αργότερα, ο Κωλέττης τον κατηγόρησε και πάλι για «συνεννοήσεις με τον εχθρό», έστειλε εναντίον του τον Γιάννη Γκούρα (άλλοτε πρωτοπαλίκαρο του Οδυσσέα, που τον είχε διορίσει φρούραρχο της Ακρόπολης) κι ο Ανδρούτσος του παραδόθηκε πιστεύοντας στη φιλία του, αλλά ο Γκούρας τον φυλάκισε στην Ακρόπολη. Και στις 5.6.1825, τρία πρωτοπαλίκαρα του Γκούρα, αφού τον βασάνισαν φρικτά, τον γκρέμισαν απ’ τα τείχη της Ακρόπολης,πριν δικαστεί, για να φανεί πως ο «κακούργος προδότης της πατρίδος» σκοτώθηκε προσπαθώντας να δραπετεύσει. Ο ηθικός αυτουργός ήταν φυσικά ο ραδιούργος Κωλέττης αλλά ο φυσικός ήταν το πρωτοπαλίκαρό του, ο Γκούρας, που έμεινε στην ιστορία για τη δολοφονία του καπετάνιου του. «Του γιόμωσε του Γκούρα ο Κωλέττης λίρες, του γιόμωσε το δισάκι απ’ αυτές και από τα λάφυρα του Νοταρά, του Σισίνη κι αλλονών,...» γράφει ο Μακρυγιάννης.
Για πολλά χρόνια οι Έλληνες πίστευαν ότι ο Ανδρούτσος αυτοκτόνησε.
Εάν ο σκοπός της Ακρόπολης, Κων/νος Καλαντζής, δεν αποκάλυπτε, περίπου 40 χρόνια αργότερα, τι συνέβη εκείνο το βράδυ της δολοφονίας, θα πίστευε όλος ο ελληνισμός πως ήταν προδότης.

   

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Εις θάνατον επί εσχάτη προδοσία

image006 Και ο Γέρος του Μοριά…! Ο Κολοκοτρώνης πολεμήθηκε όσο λίγοι. Η δημοτικότητα του είχε εκτοξευτεί με τις μεγάλες επιτυχίες στην αρχή του Αγώνα και αρκετοί ανησύχησαν. Πρώτα του αφαίρεσαν τον τίτλο του αρχιστράτηγου, σκότωσαν το γιο του Πάνο στον Εμφύλιο του 1824 και μετά τον πόλεμο τον έσυραν κι αυτόν σε δίκη παρωδία και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Φυλακίστηκε στο Ναύπλιο, επειδή ήταν «άρπαξ, κακούργος και αφιλότιμος» κατά τους Κουντουριώτηδες. Αμνηστεύθηκε όμως, ύστερα από έξι μήνες, για ν’ αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ.

 Αλλά τα χειρότερα ήρθαν δέκα χρόνια αργότερα - όταν η χώρα ήταν πια ελεύθερη. Τότε, η βαυαρική αντιβασιλεία, οργισμένη για την αντίθεση του Κολοκοτρώνη στα έργα της, τον συνέλαβε (7.9.1833) μαζί με τον Δημ. Πλαπούτα και τους καταδίκασε για «συνωμοσία επί σκοπώ να ταράξουν την κοινήν ησυχίαν, να καταφέρουν τους υπηκόους της Αυτού Μεγαλειότητος εις ληστείαν και εμφύλιον πόλεμον και καταργήσουν το καθεστώς πολίτευμα». Και μ’ όλο που ο πρόεδρος Αναστ. Πολυζωίδης και ο δικαστής Γ. Τερτσέτης αντιτάχθηκαν, το δικαστήριο καταδίκασε τους υπόδικους σε θάνατο «ως ενόχους εσχάτης προδοσίας» (6.6.1834),ποινή που μετατράπηκε κατόπιν σε ισόβια. Οι δυο «προδότες» κλείστηκαν στο φοβερό Ιτς-Καλέ του Ναυπλίου. Έντεκα μήνες έμειναν σ’ εκείνα τα λαγούμια (ο Κολοκοτρώνης ήταν τότε 64 χρόνων) και ελευθερώθηκαν όταν ο Όθων, στην ενηλικίωσή του, τους έδωσε «χάρη».

   

Νικηταράς «Ο Τουρκοφάγος»,από ήρωας ζητιάνος

image007 Αλλά κι ο ανιψιός του Κολοκοτρώνη, ο Νικηταράς, που ποτέ δεν καταδέχτηκε να λαφυραγωγήσει, δεν είχε καλύτερη τύχη. Μετά την Απελευθέρωση τάχθηκε στο πλευρό του Καποδίστρια κι έγινε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Κυβερνήτη. Επί Όθωνα περιέπεσε σε δυσμένεια, επειδή υποστήριζε το αντιπολιτευόμενο Ρωσικό Κόμμα. Προφυλακίστηκε το 1839 με την κατηγορία για συμμετοχή σε συνωμοσία κατά του βασιλιά Όθωνα αλλά στη δίκη του (11 Σεπτεμβρίου 1840), αθωώθηκε ελλείψει στοιχείων. Εντούτοις, η κράτησή του παρατάθηκε με αποτέλεσμα να υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη η υγεία του και σχεδόν να τυφλωθεί. Αποφυλακίστηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1841 και αποτραβήχτηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά. Πέθανε πάμφτωχος, τυφλός και λησμονημένος στις 25 Σεπτεμβρίου 1849. Κάποια στιγμή μάλιστα του χορηγήθηκε και "άδεια επαιτείας" στον χώρο όπου υπάρχει σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας Αθηνών(;). Όταν τον ρώτησε ο Τερτσέτης γιατί έμεινε φτωχός και δεν πήρε ποτέ του λάφυρα από τις μάχες, ο Νικηταράς απάντησε: «Πραματευτής δεν ήμουνα. Η μοίρα μου το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δε θα ήτανε σωστό να κάμω πραμάτεια το καπετανιλίκι μου για να καζαντίσω!»...

   

Το κράτος απαξιώνει τη Μαντώ Μαυρογένους

image008 Σε έσχατη πενία πέθανε και η Μαντώ Μαυρογένους, η ηρωίδα της Μυκόνου, που ξόδεψε όλη τη μεγάλη περιουσία της για τον Αγώνα κι έγινε θρύλος στη φιλελληνική Ευρώπη! Το 1825 όμως, ο ραδιούργος Κωλέττης, νιώθοντας ως απειλή για τις μελλοντικές του βλέψεις, τη σχέση που αναπτύχθηκε με τον δημοφιλή Δ.Υψηλάντη και την ένωση των δύο αυτών ρωσόφιλων οικογενειών, έβαλε σκοπό να τους χωρίσει, πράγμα που κατάφερε. Διέδωσε μια φήμη ότι η όμορφη Μαντώ διατηρεί παράλληλη σχέση και με τον Βρετανό φιλέλληνα Έντουαρντ Μπλάκιερ. Ο Υψηλάντης αισθάνεται προδομένος και διαλύει τη σχέση, παρά το γεγονός ότι εκείνη προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον πείσει ότι είναι αθώα. Ο Κωλέττης μάλιστα κατηγορήθηκε ότι είχε οργανώσει και την απαγωγή της Μαυρογένους από κουκουλοφόρους και τη μεταφορά της στη Μύκονο για να τους χωρίσει οριστικά. Μετά την Επανάσταση όμως, η ηρωίδα ήρθε και πάλι αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο του κράτους και των πολιτικών Κωλέττη και Μαυροκορδάτου. Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις της για οικονομική ενίσχυση το αίτημά της δεν έγινε δεκτό και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της στην Πάρο λησμονημένη και πάμφτωχη. Πέθανε 44 ετών.

   

Γιάννης Μακρυγιάννης: Ο Στρατηγός στο εδώλιο

image009 Η σκευωρία κατά του Μακρυγιάννη άρχισε στις αρχές του 1852. Η κυβέρνηση του Όθωνα και η πλειονότητα των αθηναϊκών εφημερίδων χρησιμοποίησαν ως όργανό τους έναν γνωστό φαύλο δικηγόρο και πολιτευτή τον Ν. Στεφανίδη, ο οποίος δέχτηκε να καταθέσει ότι ο Μακρυγιάννης του εμπιστεύτηκε πως την 25η Μαρτίου του 1852 θα δολοφονούσε με ανθρώπους του το βασιλικό ζεύγος έξω από τον τότε μητροπολιτικό ναό της Αγίας Ειρήνης! Έγραφε η φιλοβασιλική εφημερίδα ΕΛΠΙΣ (φύλλο της 12ης Απριλίου 1852): «Ο υποστράτηγος Μακρυγιάννης, ανταμώσας το Σάββατον του Λαζάρου τον αξιότιμον δικηγόρον κ. Στεφανίδην απέναντι της εκκλησίας «Καπνικαρέα», τον εσταμάτησε, τον επήρε κατά μέρος και, αφού τον ώρκισε, τω διεκοίνωσεν ότι την επιούσαν (= 25 Μαρτίου) ο βασιλεύς και η βασίλισσα θα φονευθούν. Ο κ. Στεφανίδης εξεπλάγη διά την ανακοίνωσιν ταύτην, εζήτησεν ακριβεστέρας πληροφορίας, τας οποίας δεν ηθέλησε να τω δώση ο κ. Μακρυγιάννης. Εζήτησεν αυτάς και εν τη οικία του τελευταίου, όπου μετέβη μετ’ ολίγας ώρας, αλλά την αυτήν αντέταξεν άρνησιν ο κ. Μακρυγιάννης […]». Βέβαια ο συντάκτης του κειμένου εξήρε τον «πατριωτισμό» του Στεφανίδη, γιατί με την καταγγελία του απέτρεψε μια εθνική συμφορά!!!

 Το αποτέλεσμα των καταγγελιών του Ν. Στεφανίδη ήταν να τεθεί ο παλιός αγωνιστής επί εξάμηνο σχεδόν σε κατ’ οίκον περιορισμό. Τα αστυνομικά όργανα τον ανέκριναν, για να συγκεντρώσουν στοιχεία, ώστε να τεκμηριωθεί η εναντίον του κατηγορία. Έγραψε χαρακτηριστικά ο Μακρυγιάννης στο έργο του «Οράματα και Θάματα»: «Και έξι μήνες φυλακωμένος σε δυο δρασκελιές κάμαρη… και γιατρόν να μη βλέπομεν, ούτε ν’ αφήνουν κανένα να πλησιάσει να μας ιδεί. Αρρώστησε η φαμίλια μου και κάτω την κατέβασαν. Κάνω την έκθεσίν μου εις τον Τύπον, ούτε μίλησε καμιά εφημερίδα δι’ ημάς. Μας κάνουν ανάκρισες ολουνών. Κάνουν κατ’ οίκον έρευνα, σπίτια, κατώγια, ταβάνια, κασέλες, εικόνες. Και σε έξι μήνες ήρθε ο μοίραρχος με την στολήν του όπου με φύλαγε και μου λέγει να πάγω εις την φυλακή του Μενδρεσέ, όπου φυλακώνουν τους κακούργους». Στις 16 Μαρτίου του 1853 στο Στρατοδικείο Αθηνών άρχισε η δίκη του Μακρυγιάννη, η οποία ολοκληρώθηκε την επόμενη μέρα. Η εφημερίδα ΑΙΩΝ έγραψε στο φύλλο της 18ης Μαρτίου 1853 «Χθες, 17 Μαρτίου, ετελείωσεν η δίκη του υποστρατήγου Μακρυγιάννη […]. Το δικαστήριον, περί ώραν 2 μ. μ. αποσυρθέν εις το δωμάτιον των διασκέψεων, εξήλθε μετά πέντε λεπτά καταδικάζον εις θάνατον τον κατηγορούμενον διά ψήφων έξι έναντι μιας αθωωτικής […].Μετά τούτο ο καταδικασθείς Ι. Μακρυγιάννης μετηνέχθη (= μεταφέρθηκε) εις την φυλακήν του εντός του Στρατιωτικού Νοσοκομείου…» Ενάμιση χρόνο αργότερα (το Σεπτέμβριο του 1854) με παρέμβαση του υπουργού των Στρατιωτικών (παλιού του συναγωνιστή κατά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και μετέπειτα πολιτικού του αντιπάλου) Δημητρίου Καλλέργη, ο Μακρυγιάννης αποφυλακίστηκε και επέστρεψε στο σπίτι του,κοντά στην Ακρόπολη. Όμως η δικαστική περιπέτεια κλόνισε την ψυχική του υγεία. Κατεχόμενος από μελαγχολία ζούσε μια ιδιόρρυθμη ζωή. Αλλά ούτε και τότε τον άφηναν ήσυχο τα όργανα του θρόνου: του πετούσαν στην αυλή του πέτρες και «ανθρώπινες μαγαρισιές» φωνάζοντάς του: «Φάγε μαγαρισιές, στρατηγέ Μακρυγιάννη, να χορτάσεις, οπούθελες να κάμεις σύνταμα (Σύνταγμα)!»

   

Μπουμπουλίνα: Το τραγικό τέλος

image010 Έχασε τον πρωτότοκο γιο της σε μια μάχη κοντά στο Άργος κατά των Τούρκων. Μετά την άλωση του Ναυπλίου, το Νοέμβριο του 1822, η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε στην πόλη, που ήταν έδρα της προσωρινής κυβέρνησης και έζησε εκεί έως τα μέσα του 1824. Εκδιώχθηκε από το Ναύπλιο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, όταν πήρε το μέρος του φυλακισμένου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, με τον οποίο είχε συγγενέψει, από το γάμο της κόρης της Ελένης με τον γιο του Πάνο. Οι κυβερνητικοί σκότωσαν τον γαμπρό της και από την ίδια αφαίρεσαν το κομμάτι γης που της είχαν δώσει για τις υπηρεσίες της στον Αγώνα. Τον Μάιο του 1825 στις Σπέτσες, όπου είχε επιστρέψει, δολοφονήθηκε σε μια οικογενειακή βεντέτα χωρίς ποτέ να τιμωρηθεί κανείς γι αυτό. Οι Ρώσοι μετά τον θάνατό της, της απένειμαν τον τίτλο της «Ναυάρχου», έναν τίτλο με παγκόσμια μοναδικότητα για γυναικεία μορφή. Η Ελλάδα την τίμησε μόλις το 2018, όταν της απονεμήθηκε ο βαθμός του υποναυάρχου επί τιμή για «τον απαράμιλλο ηρωισμό της, την αυτοθυσία και την αφοσίωση που επέδειξε προς το Ελληνικό Έθνος».

   

Η δολοφονία του Καποδίστρια από ελληνικά χέρια

image011 Ναύπλιο, χαράματα Κυριακής 27 Σεπτεμβρίου 1831. Μια μέρα που έμελλε να καθορίσει την τύχη και το μέλλον του νεοελληνικού έθνους. Ο Ιωάννης Καποδίστριας μεταβαίνει στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος για να παρακολουθήσει τον όρθρο και τη θεία λειτουργία. Εκεί συναντά τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, οι οποίοι, αφού τον χαιρετούν, τον προσπερνούν και στέκονται δεξιά και αριστερά της στενής εισόδου του ιερού ναού. Λίγα λεπτά αργότερα, αφού εισέρχεται στην εκκλησία ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης τον αρπάζει από το αριστερό χέρι και τον πυροβολεί στη βάση του κρανίου. Ταυτόχρονα, ο Γεώργιος τον μαχαιρώνει στα δεξιά της βουβωνικής χώρας.

 Ο Ιωάννης Καποδίστριας, δίχως να προλάβει να πει λέξη, σκοτώνεται ακαριαία, ενώ ο μονόχειρας σωματοφύλακάς του τον αφήνει να πέσει μαλακά στο έδαφος και σπεύδει να κυνηγήσει τους δολοφόνους του. Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια βυθίζει τους Έλληνες σε βαθύ πένθος και σηματοδοτεί τη διακοπή της εργώδους προσπάθειας ανασυγκρότησης και εκσυγχρονισμού της Ελλάδας.

   

Β. Οι προδότες

Δημήτρης Νενέκος, Ο Αρχηγός των Τουρκοπροσκυνημένων // Η οργή του Κολοκοτρώνη

image012 Ο Δημήτριος Νενέκος στα πρώτα χρόνια της επανάστασης του 1821 ήταν ένας από τους πιο γνωστούς και ικανούς οπλαρχηγούς στην ευρύτερη περιοχή της Αχαΐας. Ο Δημήτριος Νενέκος καταγόταν από το χωριό Ζουμπάτα της Αχαΐας, υπαγόταν στρατιωτικά στον προεστό Θάνο Κανακάρη αλλά και στον μετέπειτα πρωθυπουργό της χώρας,Βενιζέλο Ρούφο. Μαζί με τον Νενέκο οπλαρχηγοί στην ίδια ομάδα ήταν ο Σπανοκυριάκος και ο Σαγιάς. Ο Νενέκος προκειμένου να γίνει ο πρωτοκαπετάνιος του Ρούφου δε δίστασε να τους δολοφονήσει και τους δυο. Στα πρώτα χρόνια του Αγώνα πολέμησε κατά των Τούρκων κοντά στον Κανέλλο Δεληγιάννη, στον Γενναίο Κολοκοτρώνη, στον Ανδρέα Ίσκο, στον Ανδρέα Ζαΐμη και στον Ανδρέα Λόντο. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ο Νενέκος έφτασε να έχει υπό τις διαταγές του περίπου 2.000 άνδρες.Η φήμη του διαρκώς μεγάλωνε και οι χωρικοί έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν γενναίο πολεμιστή, που μπορεί να τους υπερασπιστεί. Προφανώς αυτό τον έκανε να νιώθει ατρόμητος αλλά όντας τρομερά φιλόδοξος δεν του αρκούσαν αυτά που ήδη είχε και συνεργάστηκε με τους Τούρκους. Μαγεύτηκε από τα πλούτη, τα προνόμια και τη δόξα που του έταξε ο Ιμπραήμ μετά την άλωση του Μεσολογγίου το 1826 και όχι απλά υπέγραψε το «προσκυνοχάρτι» αλλά εξαπέλυσε σε βάρος των χωρικών ένα πρωτοφανές κύμα βίας και τρομοκρατίας για να τους αναγκάσει να κάνουν το ίδιο.

 Εκμεταλλευόμενος την τεράστια επιρροή του στους χωρικούς της περιοχής, συνέβαλε στη μαζική προσχώρηση ολόκληρων περιοχών στο προσκύνημα. Παρά τις αποσκιρτήσεις οπλαρχηγών που αρχικά συμμετείχαν στην προδοσία από το πλευρό του Νενέκου και τις προσπάθειες οπλαρχηγών υπό την επιρροή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη να μεταπείσουν τους κατοίκους, το προσκύνημα έλαβε μεγάλες διαστάσεις σε Ηλεία και Πάτρα.

 Το 1827, επικεφαλής των Τουρκοπροσκυνημένων πολέμησε εναντίον των Ελλήνων και μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις κατάφερε να νικήσει. Για αυτά τα «κατορθώματα» του και με τη μεσολάβηση του Ιμπραήμ έγινε,με διαταγή του Σουλτάνου,Μπέης. Σημειωτέον ότι ο Ιμπραήμ χρησιμοποιούσε κάθε είδους μέσο, τρομοκρατία και βαρβαρότητες ακόμα και απόπειρα δολοφονίας του Κολοκοτρώνη για να σβήσει την Επανάσταση.

 Ο Γέρος του Μοριά, βλέποντας τις θυσίες και τους αγώνες των Ελλήνων να πηγαίνουν χαμένοι, αντέτεινε το ιστορικό «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!» και «ξαναζωντάνεψε» την ετοιμοθάνατη Επανάσταση.Προειδοποίησε όλους ότι δεν θα δείξει έλεος σε κανέναν Τουρκοπροσκυνημένο! Η τακτική αυτή άρχισε να έχει αποτελέσματα καθώς πολλά χωριά, φοβούμενα τα ιδιαίτερα βίαια αντίποινα των ανδρών του Κολοκοτρώνη διέκοπταν τις σχέσεις τους με τους Οθωμανούς, όπως έκαναν και πολλοί οπλαρχηγοί.

 Το γεγονός που εξόργισε τον Κολοκοτρώνη ήταν ότι ο Νενέκος είχε την ευκαιρία να αιχμαλωτίσει ή να εξοντώσει τον Ιμπραήμ και δεν το έπραξε. Το περιστατικό περιγράφεται από τον Φωτάκο. «…Φθάσας δὲ ὁ Ἰμβραὴμ εἰς τὸ στρατόπεδον ἐθύμωσε καὶ ἐμάλωσε ὅλους τοὺς σωματάρχας του. Ἔπειτα ἐπαίνεσε τὸν Νενέκον διὰ τὴν πίστιν του, καὶ παρησίᾳ μάλιστα τὸν ἐχάϊδευσε μὲ τὰ χέρια του ἐνώπιον τῶν ἐπισήμων Τούρκων. Ἔπειτα δὲ ἔγραψε καὶ ἐσύστησε πρὸς τὸν Σουλτάνον τὸν Νενέκον διὰ τὴν τοιαύτην πίστιν καὶ εὐεργεσία πρὸς αὐτόν, καὶ ὁ Σουλτάνος τὸν ὠνόμασε Μπέην καὶ τοῦ ἐχάρισε πολλὰς γαίας, καὶ οὕτως ἔκτοτε ὁ Νενέκος ἐλέγετο Μπέης ἀπὸ τοὺς Τούρκους.

 Ὁ δὲ Νενέκος τότε ἐλάμβανεν αἰχμάλωτον τὸν Ἰμβραὴμ, ἐὰν ἤθελε. Μάλιστα δὲ ἐκεῖ πλησίον ἦτο τὸ μοναστῆρι τῆς Μακελαριᾶς ὀνομαζόμενον, τὸ ὁποῖον ἦτο ἀπόρθητον. Πλησίον δὲ ἦτο ἐπίσης καὶ ἀσφαλέστερον ἐκείνου τὸ Μέγα Σπήλαιον· οἱ δὲ Τοῦρκοι δὲν θὰ ἐγνώριζαν τὶ ἔγεινεν ὁ ἀρχηγός των· ἀλλ᾿ ὁ ἀσυνείδητος αὐτὸς ἄνθρωπος ἐφύλαξε τὴν πίστιν του πρὸς τοὺς Τούρκους.

 Ὅλα δὲ ταῦτα ἔμαθεν ὁ Γενικὸς Ἀρχηγός, καὶ ἀγανακτήσας ὡρκίσθη παρρησία ἡμῶν εἰς τὸν Μεγάλον Θεὸν τῶν Ἑλλήνων καὶ εἶπεν, ὄτι ἐπιθυμεῖ τὸν φόνον τοῦ Νενέκου, καὶ ἂν τὸν εὕρισκε πουθενὰ μὲ τὰ ἴδιά του χέρια τὸν ἐφόνευε· (πρᾶγμα πολὺ παράξενον καὶ πρωτάκουστον ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κολοκοτρώνη νὰ ὁμιλῇ περὶ φόνου, καὶ ὅτι μόνος του θέλει νὰ τὸν κάμῃ…).

 Ο Νενέκος βρήκε το θάνατο το 1828 από τον αδερφό του Αθανασίου Σαγιά τον οποίο είχε σκοτώσει μερικά χρόνια νωρίτερα, προκειμένου να ανελιχθεί. Για το πώς έγινε η δολοφονία του Νενέκου λίγα πράγματα είναι γνωστά. Η είδηση της δολοφονίας του Νενέκου έγινε γνωστή σχεδόν αμέσως και έβαλε οριστικό τέλος στο προσκύνημα. Το όνομα του Νενέκου όμως ταυτίστηκε με τον προσκυνημένο, τον δουλοπρεπή άνθρωπο, τον προδότη, τον υποταγμένο.

   

Πήλιος Γούσης

image013 Πήλιος (ή Μπήλιος) Γούσης έχει μείνει στην ιστορία ως ο προδότης των Σουλιωτών που οδήγησε τα στρατεύματα του Αλή Πασά σε κρυφά περάσματα με στόχο να περικλωθούν τα Σουλιωτοχώρια όπως ο Εφιάλτης στην αρχαιότητα.

 Ο Πήλιος Γούσης έζησε στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου αιώνα. Αρχικά πήρε μέρος στους αγώνες των Σουλιωτών κατά του Αλή Πασά, αλλά το 1803, για λόγους τοπικής αντιζηλίας και αντεκδίκησης, πρόδωσε τον αγώνα των συμπατριωτών του.Αποκάλυψε τις θέσεις των αμυνομένων Σουλιωτών, με αποτέλεσμα ο γιος του Αλή Πασά να τους επιτεθεί από τα νώτα και να τους εξαναγκάσει σε συνθηκολόγηση. Έτσι, όσοι Σουλιώτες δεν σκοτώθηκαν στο Κούγκι και όσες Σουλιώτισσες δεν χόρεψαν τον Χορό του Ζαλόγγου κατέφυγαν στα Επτάνησα.

 Τα της προδοσίας του Πήλιου Γούση Μπούσμου, όπως τον αποκαλεί, εξιστορεί αγωνιστής του 21 και συγγραφέας Χριστόφορος Περραιβός (1773-1863) στο έργο του «Ιστορία Σουλλίου και Πάργας» (1857), από την οποία ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης εμπνεύστηκε το επικολυρικό ποίημά του «Ο Σαμουήλ». Στο ποίημα του Βαλαωρίτη, ο Πήλιο Γκούσης, όπως τον ονομάζει, από την κορυφή του βουνού καλεί τον μοναχό Σαμουήλ να παραδοθεί στον Βελή Πασά.

 Να τι λέει ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ποίημά του, Ο Σαμουήλ

 Καλόγερε, τι καρτερείς κλεισμένος μες στο Κούγκι;

 Πέντε νομάτοι σου `μειναν κι εκείνοι λαβωμένοι.

 Κι είναι χιλιάδες οι εχθροί που σ’ έχουνε ζωσμένον!

 Έλα να δώσεις τα κλειδιά, πέσε να προσκυνήσεις

 κι αφέντης ο Βελή Πασάς δεσπότη θα σε κάμει!

 Έτσι ψηλά απ’ το βουνό φωνάζει ο Πήλιος Γούσης.

 Κλεισμένος μες στην εκκλησιά βρίσκετ’ ο Σαμουήλης

 κι αγέρας παίρνει τη φωνή του Πήλιου του προδότη.

 Τα τελευταία όμως χρόνια γίνεται μια προσπάθεια από τους απογόνους του για την αποκατάσταση του ονόματος του Πήλιου Γούση. Σε αντίθεση με την παράδοση υποστηρίζουν πως όντως ο Γούσης είχε αντιπαλότητες με την οικογένεια των Τζαβελαίων καθότι δε κατάφερε να εκλεγεί αρχηγός του Σουλίου μετά τον θάνατο του Γεωργίου Τζαβέλα. Ωστόσο στην πραγματικότητα ουδέποτε προχώρησε σε συνεργασία με τον Αλή Πασά έναντι των συγχωριανών του. Λένε ότι μετά από αυτό το γεγονός ο Γούσης έφυγε από το Σούλι και εγκαταστάθηκε στην Πρέβεζα. Υποστηρίζουν πως ο Γούσης έμεινε στο Σούλι και πολέμησε με τους υπόλοιπους Σουλιώτες τον Αλή Πασά και μετά την παράδοση έφυγε μαζί με άλλους στα Επτάνησα, όπου το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και ακολούθως έλαβε μέρος στην Ελληνική Επανάσταση και σκοτώθηκε κατά την έξοδο του Μεσολογγίου το 1826.

 Η κατηγορία για την προδοσία του προέρχεται, λένε, από τον λόγιο Χριστόφορο Περραιβό, ο οποίος ήθελε να εκδικηθεί τον Γούση που δεν συμφώνησε στη Συνέλευση της Κέρκυρας το 1814 να σταλεί αυτός στη Βιέννη προκειμένου να ζητήσει βοήθεια από τον τσάρο της Ρωσίας για την επερχόμενη επανάσταση και για αυτό στο έργο του για την ιστορία του Σουλίου τον κατηγορεί ως προδότη. Για να υποστηρίξουν αυτή τη θεωρία αναρωτιούνται πως αν ο Γούσης ήταν όντως προδότης, τότε γιατί οι υπόλοιποι Σουλιώτες δεν τον σκότωσαν, αφού οι βεντέτες ήταν μέσα στη κουλτούρα τους και τον βλέπουμε να πολεμάει μαζί τους στο Μεσολόγγι;

   

Ο Θανάσης Βάγιας, Ο «Πρόθυμος» συνεργάτης του Αλή Πασά

image014 Ο Θανάσης Βάγιας είναι μία αμφιλεγόμενη ιστορική προσωπικότητα, δεξί χέρι του Αλή Πασά, που κατηγορήθηκε ως προδότης του ελληνισμού, ύστερα από την εμπλοκή του στην σφαγή πολλών εκατοντάδων ανθρώπων στο χωριό Γαρδίκι της Πίνδου.

 Ο Θανάσης Βάγιας γεννήθηκε το 1765, στο χωριό Λέκλη, μεταξύ Τεπελενίου και Αργυροκάστρου της Βορείου Ηπείρου. Ο πατέρας του έμπορος στην Πόλη και φίλος του τυράννου των Ιωαννίνων Αλή-πασά, ο οποίος τον διόρισε επικεφαλής της αλβανικής φρουράς και των υπηρετών του παλατιού του. Ο Στρατηγός Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του αναφέρει ότι ο άθλιος αυτός Έλληνας με μαστίγιο κτυπούσε τους σκλάβους Έλληνες, όταν δούλευαν στο κτίσιμο του Κάστρου των Ιωαννίνων.

 Το έγκλημα του Γαρδικίου: Ο Αλή-πασάς είχε παλαιούς ανοικτούς λογαριασμούς με τους Γαρδικιώτες. Η μητέρα του Χάμκω και η αδελφή του Χαϊνίτσα είχαν προπηλακισθεί και κακοποιηθεί από τους Γαρδικιώτες, όταν ο Αλή ήταν ένας ασήμαντος ληστής της περιοχής. Ορκίσθηκε τότε για εκδίκηση να κάψει το Γαρδίκι. Στις αρχές του 1812 στρατιωτικό σώμα εστάλη να υποτάξει το Γαρδίκι. Κλείνει την μοναδική είσοδο και διατάζει τους στρατιώτες του να σκοτώσουν όλους τους Γαρδικιώτες. Οι στρατιώτες απειθούν, δεν αποφασίζουν να διαπράξουν ένα τέτοιο στυγερό έγκλημα. Ο Θανάσης Βάγιας και οι δικοί του υποτακτικοί προσφέρονται να σκοτώσουν το πλήθος. Η αιματοχυσία που ακολούθησε δεν περιγράφεται. Οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, όταν τίποτε δεν εκινείτο στον ευρύτερο χώρο. Την ίδια ώρα άλλοι δολοφόνοι εισήλθαν στο Γαρδίκι, έσυραν και εβίασαν τις γυναίκες. Την σφαγή του Γαρδικίου περιγράφει ο Πουκεβίλ, που περιηγήθηκε σχεδόν ταυτόχρονα την περιοχή και ο CLAUDE FAURIEL (Δημοτικά Τραγούδια της Συγχρόνου Ελλάδος, Παρίσι 1824). Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης έγραψε ένα πολύστιχο ποίημα (167 στίχοι), αναφερόμενο στη σφαγή των Γαρδικιωτών από τον Θανάση Βάγια, τον οποίο εκλαμβάνει ως «Βρυκόλακα». Προηγείται πλούσιο εισαγωγικό σημείωμα του μεγάλου ποιητή:
«…Είναι αναντίρρητον ότι, αν τη στιγμή εκείνην, καθ’ ην ο Αλής διέταξε το πυρ, ο αλιτήριος εκείνος δεν επρόσφερε την μιαιφόνον χείρα του, ο τύραννος, βλέπων πάντας τους περί αυτόν ρίπτοντας καταγής τα όπλα και αποποιούμενους να υπακούσωσιν, ήθελε μεταμεληθή και δώσει την χάριν. Τοιαύτης γνώμης είναι και ο Πουκεβίλλος. Αλλά το αίμα εχύθη ποταμηδόν. Ως πρόβατα κλεισμένα εντός τοιχοκλείστου τετραγώνου, εσφάγησαν ανηλεώς από πρώτου μέχρι τελευταίου επτακόσιοι περίπου Γαρδικιώται…».

……………………

 Ας γίνει η υπενθύμιση όλων αυτών ένα καλό αποτρεπτικό μάθημα για το μέλλον σε μια χώρα που οι εμφύλιες συγκρούσεις και οι αυταρχικές εξουσίες την έχουν ποτίσει με τόσο αίμα και έχουν τόσο τραγικά ανασχέσει την πορεία της,θυμίζοντας παράλληλα στους επίδοξους μιμητές τους ότι η εθνική και παγκόσμια Ιστορία πάντα μεταχειρίζεται τους προδότες, τουλάχιστον, ως παραδείγματα προς αποφυγήν.

Στο επόμενο: Τα ολοκαυτώματα του ΄21

Προηγούμενα αφιερώματα:

 - Α' ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821. Τα όπλα των Αγωνιστών

 - Β’ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821. «Οι λαβωματιές του ‘21» Υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη των Αγωνιστών

 - Γ’ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821. Ο έρωτας στα χρόνια της επανάστασης του 1821!

 - Δ’ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821. Η φορεσιά των Αγωνιστών

 

Gia koinonika diktia
Θα μας βρείτε και στα κοινωνικά δίκτυα:
 
01 Masthead
 
02 Twitter 2
 
03 F B
 
04 Youtube   05 flickr  

Ο καιρός στο Καταφύλλι
Εφημερίδα
Σελίδες μελών
Τυχαία εικόνα
T3_02.jpg
Πρωτοσέλιδα
Δήμος Αργιθέας
Τελευταία άρθρα