- Μια μάνα είσαι σαν πολλές που έθρεψε τούτος ο τόπος.
Μια μάνα που μεγάλωσε παιδιά στην αγκαλιά της
ντουζίνες δυο, περήφανα σπαρμένα στις πλαγιές σου
στέκουν εκεί, φτωχά παρατημένα,
με το κεφάλι τους ψηλά, χωρίς ντροπή κανένα.
Πολλές γενιές ανάθρεψαν, πολλά βλαστάρια βγάλαν.
Μεγαλωμένα με πλαστό, με κρύο νερό απ΄την Τσούγρου.
Τα έθρεψε ο αγέρας σου, της λευτεριάς το μέλι.
Καταχτητής δεν πάτησε ποτέ του εκεί κανένας.
Όσοι τολμήσαν να ανεβούν τους πήρε το ποτάμι,
που βουερό ξεχύνεται απ τις ψηλές κορφές σου.
- Έχεις βαριά κληρονομιά των πρωτοπατεράδων,
που από παλιά σταθήκανε ορθοί προσκυνημένοι όχι.
Αφεντικά δεν μπόρεσαν ποτέ να σε σπιλώσουν,
είσαι θρεμμένη εσύ καλά με αίμα ζεστό καθάριο.
Τα ελάτια σου τις ρίζες τους με αίμα τις στεριώνουν
και με τα κόκκαλα εκεινών που άταφοι χωρίς μνήμα
στέλνουν μηνύματα ψηλά σε μας μα και σε άλλους
που φόρεσαν ημίψηλα και σένα σε ξεχάσαν.
Όσο φτωχιά όσο απλή κι αν είναι η ζωή σου
κι αν του σαθρού πολιτισμού δεν πήρες εσύ τα φώτα,
η φτώχεια είναι κόρη σου, η λευτεριά παιδί σου
η περηφάνεια εγγόνι σου και μεις οι σύντροφοί σου.
Βασίλης Λαθήρας( από εφ. Αργιθέα,1981)