19 - 10 - 2025
Είσοδος μελών

Ela na paiksoume

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο

Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

 Τη χρονιά που έπεφτε η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Τούρκων (1453), οι κάτοικοι της Θεσσαλίας είχαν ξεχάσει το πώς είναι να ζουν ελεύθεροι. Είχαν ήδη περάσει 60 χρόνια από τότε που οι οθωμανοί κατέλαβαν τη θεσσαλική γη έχοντας ως αρχηγό του στρατού τους τον Ερβενό, ένα Έλληνα εξωμότη. Αρκετοί από τους κατοίκους του κάμπου βλέποντας άλλους - Χριστιανούς - να εξισλαμίζονται με τη βία ή τη θέλησή τους, ενώ άλλους - μουσουλμάνους - να έρχονται από διάφορες περιοχές της Ανατολής και να εγκαθίστανται στα χωράφια τους, κατέφυγαν στα ορεινά για περισσότερη ασφάλεια. Η περιοχή των Αγράφων ήταν ένας τέτοιος προορισμός, που γίνονταν πιο ελκυστικός από το γεγονός ότι οι Τούρκοι, παρά τις στρατιωτικές τους προσπάθειες, δεν κατάφεραν να τα κατακτήσουν.

 Αν θέλαμε να περιγράψουμε με λίγα λόγια το διοικητικό σύστημα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα λέγαμε ότι ήταν απλό με βασικό χαρακτηριστικό τη διαίρεση σε μεγάλες περιφέρειες, τα μπεηλερμπεηλίκια, που αυτές διαιρούνται σε μικρότερες, τα σαντζάκια και αυτές σε επαρχίες, τους καζάδες ή βιλαέτια, και που με τη σειρά τους διαιρούνταν σε ναχιγιέδες. Η Θεσσαλία με έκταση μεγαλύτερη από τη σημερινή - προς την Ήπειρο έφθανε μέχρι το Μέτσοβο, ενώ προς το νότο η Ευρυτανία, αλλά και περιοχές της Φθιώτιδας και Βοιωτίας ήταν ενταγμένες σ΄αυτή - ήταν ένα σαντζάκι, που διαιρούνταν, κατά τους δύο πρώτους αιώνες, σε τέσσερις καζάδες, τον καζά των Τρικάλων, του Φαναρίου, της Λάρισας και των Αγράφων. Έδρα του σαντζακιού ή λιβά ήταν τα Τρίκαλα, γιατί τότε αυτή ήταν η μεγαλύτερη και πιο οργανωμένη πόλη της Θεσσαλίας. Η Λάρισα ήταν μικρή και σε μεγάλη παρακμή, ενώ η Καρδίτσα ήταν ένα μικρό χωριό με σημαντικότερη πόλη της περιοχής το Φανάρι. Το σαντζάκι των Τρικάλων ανήκε στην υπερπεριφέρεια (μπεηλερμπεηλίκι) της Ρούμελης. Οι επικεφαλής όλων των διαιρεμένων περιοχών, μικρών και μεγάλων, διορίζονταν από τον Σουλτάνο με συγκεκριμένες αρμοδιότητες και υποχρεώσεις, ενώ η αμοιβή τους προερχόταν αποκλειστικά από την είσπραξη καθορισμένων φόρων. Υπάρχει όμως και μία άλλη διαίρεση, τα γνωστά βιλαέτια, που ενώ βρίσκονται στο ίδιο σαντζάκι δεν ταυτίζονται με τα όρια των μικρότερων περιφερειών. Η διαίρεση αυτή αφορά στη δικαστική εξουσία.

 Αναζητώντας που υπάγονταν, έχοντας ως βάση την πρώτη διαίρεση, επί Τουρκοκρατίας τα χωριά και οικισμοί της σημερινής δημοτικής ενότητας του Αχελώου, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν δύο περίοδοι. Μέχρι το 1580 περίπου, όλα ανήκαν στο ναχιγιέ (nahiye-i) Ραδοβισδίου (Radoviz), που υπαγόταν στον καζά (kaza-yı) του Φαναρίου (Fenar), που, όπως αναφέρθηκε, ήταν ένας από τους τέσσερις καζάδες του σαντζακιού των Τρικάλων. Μετά αποσπάστηκαν από το Ραδοβίσδι και εντάχτηκαν στον καζά των Αγράφων με τον χαρακτηρισμό «παραρτήματα» (tetimme-i). Δικαστικά ανήκαν στο βιλαέτι των Αγράφων, μια μεγάλη περιοχή που περιλάμβανε ακόμα και χωριά κοντά στα Τρίκαλα.

 Παρενθετικά ενδιαφέρον έχει και η παρουσίαση κάποιων πληροφοριών για το ναχιγέ του Ραδοβισδίου. Το όνομα προέρχεται από χωριό της Άρτας που έδωσε το όνομα και στην ομώνυμη Επισκοπή, η οποία υπαγόταν στην Μητρόπολη της Λάρισας. Για την Επισκοπή Ραδοβισδίου έκανε έρευνα ο Αρχιμανδρίτης Πολύκαρπος Καλομπάτσος (από τα Γριμπιανά), που θα αποτελούσε τη διδακτορική του διατριβή, ο αιφνίδιος όμως θάνατός του διέκοψε την προσπάθεια. Ευτυχώς ο επιβλέπων καθηγητής του συγκέντρωσε το υλικό της διατριβής, το οποίο και δημοσίευσε. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτή την έρευνα τα όρια της Επισκοπής Ραδοβισδίου εκτείνονταν σε τέσσερις σημερινούς νομούς, με τον Αχελώο να χωρίζει την περιοχή στα δύο. Από τη μια πλευρά ήταν τα ορεινά χωριά της Άρτας, που έφταναν μέχρι την Καλεντίνη και τα χωριά του Βάλτου Αιτωλ/νίας μέχρι τον Εμπεσσό ή πιθανόν και Σταθά. Από την άλλη μεριά ήταν τα χωριά της σημερινής δημοτικής ενότητας του Αχελώου (Καρδίτσα) και από την Ευρυτανία 12 χωριά που έφταναν μέχρι τη Γρανίτσα. Τα χωριά, λοιπόν, και οι οικισμοί αυτής της πλευράς ήταν ενταγμένα στον καζά του Φαναρίου ως επαρχία Ραδοβισδίου. Το 1580 περίπου το Ραδοβίσδι ως ναχιγές εντάχτηκε στον καζά της Άρτας που ανήκε στο σαντζάκι των Ιωαννίνων, χωρίς όμως να περιλαμβάνει τα χωριά της σημερινής Καρδίτσας και Ευρυτανίας που εντάχτηκαν στη φυσική τους θέση, τα Άγραφα, ως “παραρτήματα”. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η σχολαστική εξέταση μιας περιοχής π.χ. χωριού ως προς την υπαγωγή, τον χρόνο και την ακριβή γεωγραφική θέση είναι αναγκαία, γιατί με το ίδιο όνομα ή περίπου ίδιο υπάρχουν περισσότερα του ενός, και όταν κάτι είναι ασαφές, το λάθος είναι αναπόφευκτο.

 Για να μπορέσουμε, ως ένα βαθμό, να αντιληφθούμε τη σχέση των κατοίκων με τους κατακτητές και τον τρόπο ζωής τους, θα πρέπει να γνωρίζουμε το τιμαριωτικό σύστημα που ίσχυε κατά τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας. Η γη κάθε επαρχίας “ναχιγιές” χωρίζονταν σε τιμάρια επί των οποίων έμπαιναν φόροι, που τους πλήρωναν αυτοί που τα καλλιεργούσαν. Ανάλογα με τα έσοδα που απέδιδαν χωρίζονταν σε τιμάρια, ζιαμέτια και χάσια. Μέχρι 20.000 άσπρα ετησίως λέγονταν τιμάρια και ο τούρκος που εισέπραττε τιμαριούχος, από 20.000 έως 100.000 άσπρα ήταν τα ζιαμέτια και ο αξιωματούχος ζαΐμης, ενώ τα άνω των 100.000 λέγονταν χάσια και εκχωρούνταν από τον Σουλτάνο σε υψηλούς αξιωματούχους. Οι τιμαριούχοι με του ζαΐμηδες ήταν ιππείς, οι λεγόμενοι σπαχήδες, και ήταν υποχρεωμένοι να συμμετέχουν στις στρατιωτικές αποστολές με το εκπαιδευμένο άλογό τους και με αριθμό ιππέων ανάλογο με τα έσοδά τους. Αυτός ήταν ένας βασικός λόγος για τον οποίο γίνονταν συχνά απογραφές, με ευθύνη του σατζάκμπεη. Έπρεπε να γνωρίζει ο Σουλτάνος πρωταρχικά τον στρατό που μπορούσε να έχει στη διάθεσή του και ό, τι ήταν σχετικό γύρω απ΄αυτό.

 Οι σπαχήδες ανεξάρτητα, αν ήταν τιμαριούχοι ή ζαΐμηδες, απέναντι στους κατακτημένους είχαν τον ίδιο ρόλο. Εισέπρατταν τους φόρους, εξέδιδαν τίτλους νομής και κατοχής της γης, ενώ οι μεταβιβάσεις γίνονταν με τη σύμφωνη γνώμη τους. Διέθεταν την ακαλλιέργητη ή εγκαταλειμμένη για διάφορους λόγους γη σε καλλιεργητές και ήλεγχαν τις μετακινήσεις των καλλιεργητών. Μπορούσαν μάλιστα να πάρουν αποζημίωση από κάποιον που εγκατέλειψε τα κτήματα και ενδεχομένως το χωριό του, εφόσον δεν είχε περάσει διάστημα μεγαλύτερο των 15 χρόνων. Ο ορισμός των σπαχήδων γινόταν από τον ίδιο τον Σουλτάνο, δεν είχαν δικαίωμα μεταβίβασης του τιμαρίου στα παιδιά τους και αν κάποιος δεν εκπλήρωνε την στρατιωτική του αποστολή, ο Σουλτάνος τον αντικαθιστούσε. Για τα χάσια και τα τσιφλίκια υπήρχαν άλλοι κανόνες, που όμως δεν αφορούν στις ορεινές περιοχές.

 

Β. ΤΙΜΑΡΙΟΥΧΟΙ ΤΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ

 Από τα κατάστιχα των απογραφών που έχουμε στη διάθεσή μας ως προς το ποιοι σπαχήδες είχαν τη νομή κάθε οικισμού προκύπτουν τα εξής:

 Στις απογραφές που έγιναν το 1454-1455 δεν αναφέρεται για κανένα οικισμό το όνομα του Τούρκου σπαχή, που εκμεταλλευόταν το τιμάριο. Άλλα κατάστιχα που δεν είναι στην κατοχή μας τα αναφέρουν.

 Σύμφωνα με τη συνοπτική απογραφή, που έγινε το 1485, το Αργύρι και το Καταφύλλι ανήκαν στο ίδιο ζιαμέτι, που το νέμονταν ο Μουσταφά μπέης, γιος του Βείς μπέη Ζουλγκαντρί. Στο ίδιο ζιαμέτι ανήκαν και 7 χωριά της σημερινής Ευρυτανίας. Τα Βραγκιανά ανήκαν μαζί με τη Ζελενίτσα σε άλλο ζιαμέτι, που το νέμονταν ο Παλμαλί μπέης. Για τους υπόλοιπους οικισμούς δεν υπάρχουν στοιχεία.

 Στην απογραφή του 1506 υπάρχουν κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία. Πλίσιβο, Γριμπιανά και Νεχώρι, αναφέρονται ως τιμάρια και έχουν ίδιους τιμαριούχους. Ο Μαχμούτ Τσελεπί, που είναι γιος του Μεχμέτ Τσελεμπί μπέη, και ο Μουσταφά απέκτησαν την νομή των τριών αυτών οικισμών από μεταβίβαση που έγινε από τους Αχμέτ και Γιουσούφ. Τα Σελιπιανά και τα Βραγκιανά, αναφέρονται ως ζιαμέτια χωρίς να δηλώνεται το όνομα του ζιαμέτη, αλλά ότι μέρος των φόρων ανήκει στο Φανάρι. Το τιμάριο της Αραχωβίτσας εκμεταλλευόταν κάποιος Χασάν, ενώ για τον Μάραθο αναφέρεται ως ιδιοκτήτης ο Αλή, γιος του Μαχμούτ, από μεταβίβαση που του έκανε ο Μεχμέτ. Όμως ο Αλή, ενώ έχει τιμάριο, δεν πηγαίνει σε στρατιωτικές αποστολές, όπως ήταν υποχρεωμένος να κάνει. Στο κατάστιχο, λοιπόν, καταγράφηκε με σκοπό να σταλεί κάποιος άλλος.

Ο καιρός στο Καταφύλλι
Τελευταία άρθρα